Συντροφιά με την γιαγιά
Πρόλογος Μια φορά που πήγα να δω τη γιαγιά Χαρίκλεια ,δεν ήταν στο σπίτι ,έψαξα στο περιβόλι ,δεν ήταν, τη βρήκα στην εκκλησούδα της Αγίας Παρασκευής. «Γιαγιά Χαρικλού, τι κάνεις εδώ; «Κάμνω παρέα στους Αγίους ,γιε μου », απάντησε και συνέχισε αργά –αργά τη εργασία της. Έβαλε λάδι σ΄ όλα τα καντήλια και ανάψαμε μαζί τα φυτιλάκια. Φωτίστηκαν τα πρόσωπα των εικόνων και γλύκανε ο χώρος από το φώς των καντηλιών κι από το βλέμμα των αγίων. Βγήκαμε έξω ,ήταν ακόμη νωρίς . «Σήμερα έχουμε σύναξη», μου λέγει, «θα μείνεις;» Κι άρχισε να κτυπά την καμπάνα της εκκλησίας .Εγώ για αυτήν την σύναξη ήρθα. Κάθισα κιόλας στο σιμιντήρι ,ανατολικά ,έξω του Ιερού ,όπου συνήθως γινόταν η καλοκαιρινή σύναξη. Σε λίγο άρχισαν να συνάγονται μικροί και μεγάλοι. Ήρθε η Λεύκη ,αδελφή της γιαγιάς ,με τον εγγονό της ,το Γιώργο. Κατόπι η Ζηνοβία , στενή φίλη της γιαγιάς, αδελφή του Γιωρκή, του καντηλανάφτη της Θελέτρας. Ήρθε η Κακαλιά ,η Σοφία, η Ελπινίκη μεγάλες γυναίκες που τις εγνώριζα. Ήρθαν και μερικοί άνδρες και γυναίκες νεότερες και παιδιά που δεν γνώριζα. « Ένας –ένας εισερχόταν στην εκκλησία , άναβε το κεράκι του, προσκυνούσε τις εικόνες και βγαίνοντας κατελάμβανε θέση στην πεζούλα , γύρω από τη γερόντισσα. Κι αφού τα είπαν για λίγο μεταξύ τους ησύχασαν. «Ν΄ αρχίσουμε;» ρώτησε τότε η Χαρικλού. Τη σιωπή και προσοχή όλων εξέβαλε ως απάντηση κι άρχισε τη διήγηση με μία προσευχή. Συνέχισε μ΄ ένα παραμύθι κι ύστερα προσέθεσε ιστορία πάνω στην ιστορία και μύθους πάνω στις παραβολές , όπως το φέρνε η κουβέντα. Από τα χείλη της κρεμόμασταν ώσπου το σούρουπο έπεσε ανεπαίσθητα κι έκαμε την ώρα γλυκιά και ήμερη ωσάν τα λόγια της γιαγιάς . Εγώ που καθόμουν κάπως παράμερα κατέγραψα όλα τα διηγήματα. Σήμερα που δεν γίνονται πια τέτοιες συνάξεις τα μεταφέρω σε τούτο το βιβλίο ,όπως τα είπε η γερόντισσα Χαρικλού, πλουμισμένα με δικές μου ζωγραφιές. Έτσι ελπίζω πώς και μερικοί άλλοι μπορεί να χαρούν με τη σύναξη αυτή. Χαράλαμπος Έπαμεινώνδα Πάφος ,1 Μαΐου 2001 Κωστής Κυριακίδης, Παραμύθια της Κύπρου, Νέοι Ακρίτες Πηγές των παραμυθιών του βιβλίου αυτού είναι:
|
"Ψέματα κι αλήθεια
ετσά ‘ν’ τα παραμύθια." "Παραμύθι μύθαρος, η κοιλιά σας πίθαρος." "Μια φορά κι ένα ζαμάνι είχαν οι Τούρκοι ραμαζάνι κι οι Ρωμιοί Πάσκα κι οι Εβραίοι Φάσκα." "Παραμύθι μύθι μύθι, το κουκί και το ρεβύθι, εμαλώνανε στη βρύση. Πέρασε και η φακή και τα βάζει φυλακή. Μα η φάβα της φωνάζει: "Φακή, βγάλτα, δεν πειράζει.” |